θυελλοπόρος

θυελλοπόρος
Κοινή ονομασία πολλών διαφορετικών ειδών πτηνών της οικογένειας των ρινοτρυπίδων, της τάξης των ρινοτρυπόμορφων. Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των πτηνών είναι η εκπληκτική ικανότητά τους να πετούν επί μεγάλο χρονικό διάστημα με ελάχιστο κόπο και να διανύουν τεράστιες αποστάσεις, όπως και τα άλμπατρος. Το άνοιγμα των φτερών τους ποικίλλει και σε ορισμένα είδη ξεπερνά τα 120 εκ. Η μεγάλη γεωγραφική διασπορά τους δυσκολεύει την πλήρη μελέτη της βιολογίας τους. Διομήδεια η εξόριστος, άλμπατρος των θαλασσών του νοτίου ημισφαιρίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αελλωδίδες — Οικογένεια νηκτικών πτηνών της τάξης των ρινοτρυπομόρφων ή προκελαριομόρφων. Λέγονται και αλλωδίδεςπροκελαρίδες. Τα πτηνά αυτά έχουν ράμφος μακρουλό, βαθιά αυλακωτό και γαμψό σαν αγκίστρι. Έχουν μακριές φτερούγες, που τους εξασφαλίζουν μεγάλη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”